Η διατροφή ήταν πάντα μέρος της θεραπείας για τον Σακχαρώδη Διαβήτη (Σ.Δ) τύπου 1. Αυτό όμως που ξεχνάμε κατά καιρούς είναι ότι όπως αλλάζει το σχήμα, το είδος της ινσουλίνης ή ο τρόπος χορήγησής της κατά τη διάρκεια θεραπείας ενός παιδιού ή εφήβου με Σ.Δ. έτσι θα έπρεπε να αλλάζει και η διαιτολογική θεραπεία. Το προφίλ των νέων ινσουλινών μπορεί εύκολα να προσαρμοστεί σε οποιαδήποτε διατροφική ΄ρουτίνα’.
Οι στόχοι της θεραπείας παραμένουν όμως οι ίδιοι. Αποβλέπουμε σε μια καλύτερη γλυκοζυλιωμένη και βελτιωμένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, στην κάλυψη των διατροφολογικών αναγκών του παιδιού/εφήβου και φυσικά στην προώθηση μιας υγιεινής διατροφής και Δέικτη Μάζα Σώματος (ΔΜΣ). Παράλληλα μέσω σωστού χειρισμού των γευμάτων με ινσουλίνη επιθυμούμε την καταπολέμηση συμπτωμάτων υπέρ- και υπόγλυκαιμίας, την αντιμετώπιση άλλων παθήσεων όπως κοιλιοκάκη και κυστική ίνωση και τέλος όλα πρέπει να ακολουθούν τις συνήθειες και τρόπο ζωής της κάθε οικογένειας.
Δεν αλλάζει επίσης το γεγονός ότι δεν υπάρχει ειδική δίαιτα για το παιδί ή τον έφηβο με Σ.Δ. Έχουν ακριβώς την ίδια ανάγκη για μια ισορροπημένη διατροφή όπως όλα τα παιδιά παρόμοιας ηλικίας. Κατά καιρούς έχουν χρησιμοποιηθεί πολλές εικόνες –μοντέλα για να κάνουν κατανοητές τις αρχές μια σωστής διατροφής όπως για παράδειγμα η διατροφική πυραμίδα. Πρόσφατα στην Αμερική εγκαινιάστηκε το μοντέλο του ‘Σωστού Πιάτου’ που απεικονίζει σε ποιά αναλογία θα πρέπει να βρίσκονται στο πιάτο μας τα διάφορα τρόφιμα. Το περισσότερο πρέπει να καλύπτεται από τα λαχανικά, σαλάτες και φρούτα, ένα τέταρτο του πιάτου καταλαμβάνουν τα δημητριακά (κατά προτίμηση ολικής άλεσης) και μόλις στο ένα τέταρτο του γεύματος θα πρέπει να έιναι οι πρωτείνες κυρίως από άπαχες πηγές.
Οι γονείς όμως, αλλά και τα ίδια τα παιδιά και έφηβοι που ζουν με Σ.Δ. γνωρίζουν ότι στην πράξη πρέπει να φροντίσουν και για το πώς θα ταιριάξουν τις μονάδες ταχείας ινσουλίνης με το κάθε γεύμα. Το κύριο συστατικό της τροφής μας που έχει άμεση επίδραση στις τιμές του σακχάρου είναι οι υδατάνθρακες. Είναι πολλές οι μελέτες –με βασικότερη την DCCT, αυτήν που πρόσθεσε αρκετά στις γνώσεις μας για τον Σ.Δ.- που υποστηρίζουν επίσημα πως είναι καταλυτικής σημάσιας οι εναλλαγή των μονάδων ανάλογα με την κατάναλωση υδατανθάκων στα γεύματα. Η βασική αυτή αρχή δεν είναι κάτι καινούργιο στη διαιτολογική θεραπεία του Σ.Δ. Έγινε όμως απαραίτητη με την χρήση μοντέρνων ινσουλινών στα εντατικά σχήματα ρύθμισης και την χρήση αντλιών ινσουλίνης. Δεν έχει εφαρμογή σε παιδιά ή εφήβους που χρησιμοποιούν μείγματα ινσουλίνης.
Οι υδατάνθρακες
Όταν καταναλώνουμε ένα γεύμα που περιέχει υδατάνθρακες π.χ. ψωμί, ζυμαρικά, όσπρια, φρούτα, δημητριακά, γάλα αυτοί θα περάσουν στην κυκλοφορία του αίματος μέσα σε μόνο 15 λεπτά και θα ολοκληρωθεί η απορρόφησή τους σε γλυκόζη μέσα σε περίπου δύο ώρες. Έτσι λοιπόν, η ποσότητα του υδατάνθρακα στο γεύμα έχει άμεση σχέση με τις τιμές σακχάρου στο αίμα και κατ’ επέκταση τις μονάδες ινσουλίνης. Προσπαθούμε έτσι να μιμηθούμε ένα υγιές πάγκρεας.
Μαθαίνουμε πρώτον να ξεχωρίζουμε τις πηγές υδατανθάκων στο πιάτο μας, σε όλα τα κυρίως γεύματα, ενδιάμεσα και ροφήματα, να καταλαβαίνουμε πώς θα επηρεάσουν τα επίπεδα σακχάρου π.χ. απλοί υδατανθρακες όπως η ζάχαρη, το μέλι απορροφούνται πολύ πιο γρήγορα άρα και βλέπουμε απότομη αύξηση του σακχάρου. Ενώ αντιθέτως οι σύνθετοι υδατάνθρακες όπως τα δημητριακά, όσπρια, πατάτες έχουν έναν πιο αργό ρυθμό απορρόφησης. Δεύτερον ‘μεταφράζουμε’ το γέυμα μας σε ποσότητα υδατάνθρακα είτε σε γραμμάρια είτε σε ισοδύναμα αυτού. Υπάρχουν αρκετά βοηθήματα βιβλία και λίστες με την περιεκτηκότητα των τροφίμων σε υδατάνθρακες π.χ σε 10γρ, 12γρ ή 15γραμμάρια. Δεν κάνει καμία διαφορά ποιά θα χρησιμοποιηθεί αρκεί η κάθε οικογένεια να είναι συνεπής με τον τρόπο που αρχικά διαλέγει. Ένα άλλο χρήσιμο εργαλείο είναι οι συσκευασίες τροφίμων που συνήθως δίνουν την περιεκτήκότητα ανά 100γρ του προιόντος ή και ανά μερίδα κάποιες φορές. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνουμε στο αν οι πληροφορίες δίνονται για το μαγειρεμένο ή ξηρό βάρος σε τρόφιμα όπως ζυμαρικά και ρύζι. Αν θέλουμε να είμαστε πολύ ακριβείς στην ποσότητα του υδατάνθρακα που καταναλώθηκε τότε μπορούμε ακόμα να ζυγίσουμε το φαγητό που περιείχε υδατάνθρακα ή να υπολογίσουμε την περιεκτικότητα μιας συνταγής.
Όλα αυτά είναι μέρος μια σταδιακής εκπαίδευσης που η οικογένεια και το κάθε παιδί μαζί πρέπει να έχουν ώστε να μπορέσουν να είναι πιο ευέλικτοι με την επιλογή γευμάτων, τις ώρες αυτών και την χρήση των καινούργιων ινσουλινών. Στα αρχικά στάδια απλά ξεχωρίζουν μικρά από μεγάλα σε υδατάνθρακες γεύματα και κρατάν ένα ημερολόγιο με αυτό που καταναλώνουν. Στην συνέχεια αρχίζουν και μετράνε σε γραμμάρια υδατανθράκων και αρχίζουν και αλλάζουν τις μονάδες της ταχείας ινσουλίμης σύμφωνα με αυτό και τις απαραίτητες μεταγευματικές μετρήσεις. Είναι περιπτώσεις παιδιών και εφήβων που ακόμα και οι γνώσεις αυτές είναι αρκετές για να βελτιώσουν υον γλυκαιμικό τους έλεγχο.
Στην περίπτωση που έχουμε να κάνουμε με χρήστες αντίας ινσουλίνης τότε είναι απαραίτητη η χρήση προσωπικών αναλογίων για την χορήγηση ινσουλίνης τόσο για διόρθωση υψηλών τιμών όσο και για την απορρόφηση των υδατανθράκων. Βεβαίως σε αυτό το στάδιο παίρνουμε υπόψη μας και άλλους παράγοντες όπως άσκηση και αλκοόλ στις μεγαλύτερες ηλικίες. Έδω να σημειωθεί πως είναι η ποσότητα και όχι η ποιότητα των υδατανθράκων που αλλάζει τις μονάδες ινσουλίνης και πως δεν χρειάζεται να καταναλωθεί συγκεκριμένος αριθμός γραμμαρίων υδατάνθρακα καθημερινά. Οι γονείς δεν πρέπει να αγωνιούν για αυτό, εφόσον η ανάπτυξη του παιδιού είναι ικανοποιητική.
Αυτό που είναι σημαντικό να αναφερθεί οι αναλογίες είναι προσωπικές για το κάθε παιδί και εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες όπως την ηλικία, τα χρόνια διάγνωσης, το σωματότυπο και τον γενικότερο έλεγχό του. Ο υπολογισμόσ της αναλογίας γευμάτων συνήθως γίνεται με τον κανόνα ‘500’ : 500/ Σύνολο μονάδων 24ώρου. Σε ένα παιδί που κάνει 16 μονάδες βασικής ινσουλίνης σε μορφή Lantus ή Levemir και 13 μονάδες υπερταχείας, ο υπολογισμός είναι : 500 / 29 = 17. Άρα το παιδί αυτό χρειάζεται 1 μονάδα υπερταχειας ινσουλίνης για κάθε 17γρ υδατάνθρακα. Πρέπει η χρήση των αναλογιών να γίνεται με ακρίβεια και χωρίς τάσεις στρογγυλοποίηση όπως και να προσαρμόζεται συντηρητικά κατά 2-5γρ τη φορά. Τέλος οι αναλογίες γευμάτων του κάθε παιδιού θα πρέπει να επαναεξετάζονται με τη βοήθεια του γιατρού και διαιτολόγου συχνά. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το εξατομικευμένο αυτό σύστημα έχει ως αποτέλεσμα ένα καλύτερο γλυκαιμικό έλεγχο, μεγαλύτερη ευελιξία με τα γεύματα, την απενοχοποιήση των προηγουμένως ‘απαγορευμένων’ τροφίμων και καθιστά τα ενδιάμεσα μικρογέυματα προσωπική επιλογή του κάθε παιδιού ανάλογα με τις ανάγκες του. Από την άλλη απαιτείται χρόνος και προσπάθεια για την εκπαιδευση αυτή και ελοχεύει ο κίνδυνος απότομης αύξησης βάρους όταν δεν ακολουθούνται οι βασικές αρχές υγιεινής διατροφής.
Πρωτείνες και λίπος
Όσον αφορά τα υπόλοιπα συστατικά των γευμάτων όπως πρωτείνες και λίπος δεν έχουν άμεση επίδραση στα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Οι πρωτείνες μόνο σε μεγάλες ποσότητες όπως >200γρ (μερίδα ενήλικα) ενδεχομένως να επηρεάζουν τις τιμές με τρόπο όμως που ακόμα δεν είναι ξεκάθαρος. Ίσως να προκαλούν πιο αργή ή πιο μεγάλη άνοδο στις τιμές σακχάρου. Το μεγαλύτερο ποσοστό παιδίων δεν χρειάζεται να μετράει πρωτείνες στο γεύμα ώστε να ταιριάξει τις μονάδες ινσουλίνης ανάλογα. Μπορεί να υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις και τότε μόνο ο διαιτολόγος θα κάνει τις απαραίτητες αλλάγες στην θεραπεία. Επισήμως δεν υπάρχει καμία οδηγία από τους παγκόσμιους οργανισμούς και μελέτες για τον έλεγχο του Σ.Δ τύπου 1 στα παιδιά που να συνιστά τον συνυπολογισμό των πρωτεινών.
Στην περίπτωση του λίπους στο φαγητό υπό την μορφή λαδιού, κρέμας, βουτύρου, ζύμη σφολιάτας πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο συνδυασμός αυτών σε μεγάλες ποσότητες (>15-20γρ λίπους) με υδατάνθρακα πάντα θα προκαλέσει καθυστέρηση στην απορρόφηση του υδατάνθρακα μέχρι και δώδεκα ώρες. Το λιπος δεν μετατρέπεται σε γλυκόζη. Η κατανάλωσή του θα πρέπει να γίνεται στα πλαίσια της υγιεινής διατροφής και οι χρήστες αντλίας ινσουλίνης μπορούν καλύτερα να χειριστούν τα παραπάνω γέυματα με διφασική δόση ινσουλίνης.
Υπάρχουν και τρόφιμα τα οποία δεν επηρεάζουν τα επίπεδα σακχάρου άρα και δεν χρειάζεται να υπολογίσουμε μονάδες ινσουλίνης για αυτά. Παραδείγματα είναι μπαχαρικά και εδώδιμα, συνοδευτικές σάλτσες, γλυκαντικές ουσίες, ποτά, ροφήματα, μαργαρίνη, τυριά κατά προτίμηση με χαμηλά λιπαρά και τέλος ωμά λαχανικά. Ιδιαιτέρα στα παιδιά οτιδήποτε με περιεκτηκότητα <5γρ υδατάνθρακα δεν χρειάζεται να υπολογιστεί.
Πρόσφατες μελέτες που εξέτασαν την ακρίβεια του υπολογισμού των υδατανθράκων σε εφήβους με Σ.Δ έδειξαν ότι αυτοί που μετρούσαν με ακρίβεια έιχαν και την καλύτερη HbA1c σε σχέση με αυτούς που υπερ εκτιμούσαν την κατανάλωσή τους σε υδατάνθρακα, κυρίως από φαγητά όπως ρύζι, ζυμαρικά, πατάτες και γλυκίσματα. Κλείνοντας με μια σύγχρονη, θετική ματιά θα ήθελα να επισημάνω πως πλέον γνωρίζουμε πολλά περισσότερα για την σχέση διατροφής, ινσουλίνης και θεραπείας στο Σ.Δ. Επίσης η νέα τεχνολογία μαζί με την σωστή συνεργασία μιας ολόκληρης κλινικής ομάδας προσφέρει πολλά περισσότερα στον ασθενή. Όλα αυτά μαζί θα πρέπει να είναι διαθέσιμα σε κάθε παιδί και έφηβο με Σ.Δ ώστε να μπορέσει κάποια στιγμή να επιτύχει το ζητούμε που είναι ο αυτο-έλεγχος.